- προσεπικατάξομεν
- προσεπικατά̱ξομεν , πρός , ἐπί-κατάγνυμιCat.Cod. Astr.aor subj act 1st pl (epic)προσεπικατά̱ξομεν , πρός , ἐπί-κατάγνυμιCat.Cod. Astr.fut ind act 1st plπρός , ἐπί-κατάσσωCat.Cod. Astr.aor subj act 1st pl (epic)πρός , ἐπί-κατάσσωCat.Cod. Astr.fut ind act 1st plπρόσ-ἐπικατάγομαιaor subj act 1st pl (epic)προσεπικατά̱ξομεν , πρόσ-ἐπικατάγομαιaor ind act 1st pl (epic doric aeolic)πρόσ-ἐπικατάγομαιfut ind act 1st plπρόσ-ἐπικατάγομαιaor ind act 1st pl (epic doric aeolic)πρόσ-ἐπικατάσσωaor subj act 1st pl (epic)πρόσ-ἐπικατάσσωfut ind act 1st pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.